Τετάρτη 21 Σεπτεμβρίου 2011

Χωρίς ομπρέλα και με παπούτσια απολύτως ακατάλληλα με βρήκε το φθινόπωρο. Με τις προβλέψεις της ΕΜΥ να με αφήνουν αδιάφορη, αιφνιδιάστηκα η καλή σου Σεπτέμβρη μήνα από την μπόρα. Με πίστη ακλόνητη σε ένα καλοκαίρι διαρκείας, κοιτούσα τον ουρανό αποσβολωμένη, ως άλλος Έλλην πολιτικός αιφνιδιασμένος τάχα από το μέγεθος της κρίσης. Μούσκεμα, γύρισα τρεχάτη στο σπίτι, αλλά τα ρούχα στην απλώστρα είχαν ήδη γίνει χάλια μαύρα. Τώρα πια δεν σώζονται, θέλουν αναγκαστικά πλύσιμο και στέγνωμα ξανά από την αρχή. Οπότε τί να έκανα, ανάγκα και θεοί πείθονται, τα μάζεψα όπως-όπως έτσι βρεγμένα και τα έβαλα πάλι στο πλυντήριο. Ορίστε, τώρα το ακούω μέσα που μουγκρίζει στο στύψιμο. Όταν τελειώσει με τα μουγκρητά, σκοπεύω να στήσω την απλώστρα στην μέση του σαλονιού και επειδή όλη η υπόλοιπη ντουλάπα μου βρίσκεται στο καλάθι των απλύτων, ελπίζω να προλάβει κατιτίς να στεγνώσει για να φορέσω καθαρή αλλαξιά αύριο. Διαφορετικά, καλά να πάθω η απρόσεχτη ηλίθια, θα φορέσω τα βρόμικα, θα μάθω να κοιτάω τις προβλέψεις του καιρού και ούτε μιλιά. Καταλαβαίνετε τί λέω έτσι;
Λέω, πως αν αύριο δεν έχω βρακί να βάλω, ο τελευταίος που θα φταίει θα ‘ναι η βροχή.