Πέμπτη 18 Μαρτίου 2010

Αχ πόσο θέλω να σου σπάσω τα μούτρα. Να σου βγάλω αργά με τανάλια ένα ένα τα δόντια και τα νύχια και να παραχώσω στα ρουθούνια σου πυρακτωμένες μεταλλικές οδοντογλυφίδες. Δεν φαντάζεσαι πόσο. Να δούμε μετά αν θα επιμείνεις σε αυτό το ύφος το μπλαζέ του κατακτητή και σε αυτή την «έχω τον έλεγχο των πιο κρυφών κυττάρων σου» υπεροπτική ματιά. Τί κοιτάς; Νομίζεις οτι θα φοβηθώ και δεν θα σε ξεσκεπάσω; Επειδή φοράς την μουτσούνα του επιτυχημένου και το ροζ πουκάμισο που δεν-θέλω-ούτε-να-ξέρω-πόσο-κόστισε πιστεύεις πως έχεις ξαφνικά αποκτήσει δυνάμεις υπερήρωα και δεν θα τολμήσει κανείς να διανοηθεί να σε θίξει; Αμ εσύ; Σαχλοκούδουνο ολκής; Εσένα δεν σου βγάζω ούτε νύχια ούτε και δόντια. Μετά δεν θα πιάνεις μία στο παζάρι και θα σε λυπάμαι που σε κατέστρεψα οριστικά. Ορίστε θέαμα.
Γελοίος σούγκαρ ντάντυ, με παραφουσκωμένο απο κάρτες για την μόστρα πορτοφόλι ενώ οι δόσεις απο το δάνειο τρέχουν στην τράπεζα, ακουμπά με άνεση την χερούκλα του στο μπούτι παρακαθήμενης νεαράς και το ζουλάει με μικρές αηδιαστικές επαναληπτικές κινήσεις. Η προσωποποιημένη αποτυχία μιας ολόκληρης γενιάς, χουφτώνει τα άγουρα κάλλη της επόμενης, η οποία επόμενη, με οξυζεναρισμένο μαλλί και ως εκ τούτου πιθανότατα με λιγοστές εναπομείναντες εγκεφαλικές συνάψεις, γερνώντας λιγάκι με νάζι αντιγραμμένο απο ελληνική ταινία τον ένα ώμο μουρμουρίζει ηδυπαθώς, «έλα ρε μωροοοόο, όχι τωωώρα, μας βλέπουννν». Αυτός ξερογλείφεται, περνάει αυτή τη παχιά γλώσσα πάνω απο τα χείλη του την πιάνει απο τον αυχένα και της σκάει ένα γλωσσόφιλο.
End of scene, αποστροφή του βλέμματος και του κεφαλιού σε κατεύθυνση αντίθετη, αναγούλα, άμεση χρεία καφετιάς χαρτοσακούλας και άιντε μου στο γέρο διάλο μεσημεριάτικο!!
Σε δεύτερη ανάλυση βέβαια, πρέπει να ομολογήσω οτι πρόκειται για μία σχέση ανταποδοτική, στην οποία και τα δύο μέρη δίνουν και παίρνουν αναλόγως ό,τι έχουν ανάγκη, οπότε εν τέλει πρόβλημα τους και λόγος δεν μας πέφτει.

Παρόλαυτα την όρεξη μου την χάλασαν. Και έλεγα να κάνω παστίτσιο...

Δευτέρα 15 Μαρτίου 2010

Για πες τώρα. Τρεις ίδιοι εφιάλτες και δεν σου έφτασαν; Let it go. Δεν κουράστηκες να προχωράς στο σκοτάδι, να χτυπάς σε όρμους, να σκαλώνουν τα ρούχα σου σε αόρατα αγκάθια, να σκίζονται και εσύ μόνο να αφήνεις κομμάτια υφάσματος για ίχνη και να περιμένεις; Ποιος να σε βρει; Let it go. Που πας καταμεσής της θάλασσας και όλο νομίζεις πως θα φτάσεις; Το νερό σβήνει τα ίχνη σου κι ούτε που ξέρεις να διαβάζεις τον ουρανό. Έλα, let it go. Τα όνειρα για ακτές και ινδιάνους με γυμνά παιδιά, μαζί με τα άλλα για έναστρες νύχτες και απαλές αμμουδιές, για πλεγμένα μαλλιά και λευκούς ώμους, πνιγήκανε πριν χρόνια σ’ ένα σημείο επικίνδυνο ούτε μια ώρα απόσταση απο δω. Θες να σε πάω να δεις; Παράτα τα καλύτερα. Let it go. Έλα μαζί μου μια βόλτα στην πόλη, για έναν καφέ στα γρήγορα και αγκάλιασε με. Δεν είναι και τόσο δύσκολο. Κράτα με. Είδες; Δεν χρειάζεται τίποτα σπουδαίο. Στάσου λίγο εδώ, κοίτα με στα μάτια. Όχι δεν χρειάζεται να δεις, μόνο εστίασε και κοίτα με. Ίσιωσε το σώμα σου. Θα σε πλησιάσω αργά, μείνε ακίνητη, κι όταν τα σώματα συναντηθούν κράτα για μία στιγμή μονάχα την ανάσα σου. Μετά μπορείς να εκπνεύσεις. Είδες; Πολύ εύκολο. Συνέχισε να με κοιτάς. Όταν θα σκύψω για το φιλί, μπορείς αν προτιμάς να κλείσεις τα μάτια. Εγώ έτσι κάνω. Ορίστε. Φιλί. Όχι όχι, μην μου λες για τον Πήτερ Πάν τώρα. Άλλο αυτός. Αυτό το φιλί να το ξεχάσεις. Τώρα λέμε για τα αληθινά φιλιά. Λοιπόν, εντάξει και με αυτό. Είδες που δεν δυσκολεύτηκες; Η πόλη δεν σε ζαλίζει όπως η θάλασσα, κι ούτε έχεις να φοβάσαι ναυτίες και άλλα τέτοια. Είμαι καλός μαζί σου, δεν είμαι; Όχι μην απαντάς, δεν χρειάζεται, είμαι, έχω απαντήσει μόνος μου από πριν. Το είπα έτσι, για να το ακούσω. Εντάξει τώρα και με το φιλί, μπορούμε να προχωρήσουμε στα παρακάτω. Να ακούς το τηλέφωνο σου και να το σηκώνεις όταν τηλεφωνώ. Να είσαι φροντισμένη και όμορφη και το βράδυ θα σε πάω ξανά μια βόλτα. Εντάξει; Μετά θα πάμε σε ένα κρεβάτι και μην φοβάσαι καθόλου θα σε προσέχω πολύ. Είδες πόσο εύκολο είναι; Μα γιατί κλαις; Τί έπαθες; Δεν είπαμε let it go; Γιατί βουρκώνεις, δεν ήμουν μαζί σου καλός;

Τί εννοείς πως τα κρεβάτια θα έπρεπε να ναι θάλασσες;