Τρίτη 22 Φεβρουαρίου 2011

Είχα κρυφτεί θυμάμαι, πρώτα ανάμεσα σε κάτι βιβλία που όμως τελειώναν γρήγορα, μετά στην μπανιέρα, ύστερα πίσω από τις κουρτίνες στο μεγάλο παράθυρο και στο τέλος μέσα στην κατάψυξη, πρώτο ραφάκι κοντά στα παγάκια. Στο σπίτι την ίδια εποχή μπαινόβγαινε κόσμος πολύχρωμος, έπινε ποτά, χόρευε το πάτωμα μου, λέρωνε την κουζίνα μου. Άνοιγαν που και που και την κατάψυξη όταν θέλανε πάγο. Άπλωνα εγώ ένα χέρι κρυσταλλωμένο, όλο διαδοχικές σταλίτσες ακινητοποιημένες από το ψύχος και γέμιζα τα ποτήρια. Ένιωθα εξαιρετικά χρήσιμη. Μετά έκλειναν την πορτούλα απαλά και όπως υπέθετα, επέστρεφαν στο σαλόνι ευχαριστημένοι. Ξέρεις, όταν η πόρτα του ψυγείου κλείνει, το κρύο είναι πολύ σκοτεινό. Οι παγωμένες σταλίτσες είναι εντελώς άχρηστες, δεν μπορείς ούτε να τις χαζέψεις έτσι όπως όταν πέφτει πάνω τους το φως και τις αφήνει να γυαλίσουν. Μόνο πονάνε. Γι’ αυτό σου λέω, αν θέλεις δώσε μου το ποτήρι σου να φροντίσω για το ποτό σου. Διαφορετικά, κλείσε την πορτούλα απαλά και μην κρατάς το χέρι μου.
Βλέπεις ο πάγος είναι σχήμα οξύμωρο. Καίει.

Δεν υπάρχουν σχόλια: