Σάββατο 17 Οκτωβρίου 2009

Οι άνθρωποι ζούμε σε μια διαρκή αγωνία για τις ανεπάρκειες μας. Που τις ξέρουμε και δεν τις θέλουμε αλλά είμαστε ώς επι το πλείστον πολύ ανεπαρκείς ώστε τελικά να τολμήσουμε να τις αντιπαλέψουμε. Ή πολύ τεμπέληδες. Ύστερα σκέφτομαι πως επιπλέον μάλλον βρίσκουμε και κάτι ηδονικό σε ότι τρωτό ανακαλύπτουμε πάνω μας και μέσα μας. Άλλιώς δεν εξηγείται. Εγώ για παράδειγμα. Είμαι δειλή. Τόσο δειλή που δεν θα τολμούσα να κάνω τούτο η κείνο. Είμαι τόσο, μα τόσο αφόρητα δειλή. Δεν θα άντεχα να ανοίξω το βήμα μου, την αγκαλιά μου ή το στόμα μου, αληθινά. Με ειλικρίνεια τέτοια που να ξέρω οτι το βήμα δεν έχει γυρισμό, η αγκαλιά δεν θα κλείσει ποτέ, ο λόγος δεν θα παρθεί ποτέ πίσω. Διστάζω, φοβάμαι, τρομάζω. Ξέρω ότι με ξεπερνά η δειλία μου και αυτό μου το κράτημα είναι η αλυσίδα με την σιδερένια μπάλα που σέρνω με το πόδι μου. Οπότε, ευλαβικά, καταδύομαι στον ωκεανό του φόβου μου και λες σαν από πείσμα παιδικό περιφέρω την συνειδητοποίηση μου αυτή στις πιάτσες. Να με χειροκροτήσουν που το βρήκα, που είμαι δειλή και το ξέρω και που το φοβάμαι που φοβάμαι. Να με συμπαθήσουν και οι υπόλοιποι ανεπαρκείς που την εντόπισα και γώ την ανεπάρκεια μου και δεν ντράπηκα να την κάνω παντιέρα σε κοντάρι δυό και τρεις φορές το μπόι μου. Να την βράσω την συνειδητότητα σε μορφή παντιέρας. Σαν περήφανος βλάκας με περικεφαλαία. Δειλή με σημαιάκι στην παρέλαση των ανεπαρκών.

Ενώ η επάρκεια έχει τις χάρες όλες. Το ζαχαρένιο όνειρο, το φεγγαροστόλιστο στερέωμα. Να μου φτάνουν λέει όσα είμαι και όσα έχω. Να μπορώ με αυτά να νιώσω ολόκληρη και ευτυχής. Να εξαφανιστεί το αίσθημα της διαρκούς έλλειψης και της ανάγκης για διαρκή αναζήτηση του... αυτού του χωρίς όνομα κατιτί τελοσπάντων, που δεν το ξέρω, μα πιθανολογώ μονάχα οτι υπάρχει και οτι μπορεί να με κάνει μια ευτυχισμένη και δίχως ανεπάρκειες μονάδα. Να γλιτώσω λέει απο τον εαυτό μου γιατί δεν θα με ενοχλεί πια αφού θα είναι επαρκής, ολόκληρος, σωστός θεός. Σπέυσαμε βλέπεις απαρχής της ανθρώπινης διανόησης την επάρκεια να την ονομάσουμε θέωση, αγιοσύνη, νιρβάνα. Μόνο στο πεδίο της ονειροφαντασίας την αγγίξαμε δηλαδή και αυτό, είναι απο μόνο του ένα επιχείρημα που με αφήνει μετέωρη να κουνάω σαν λυσσασμένη πέρα δώθε το σημαιάκι μου στην παρέλαση.

Εις αναμονή της θέωσης, της αγιοσύνης και της νιρβάνα πάντοτε.

Ξέρω όμως την λύση. Όχι πως την βρήκα εγώ, την διάβασα στα βιβλία άλλων, σακατεμένων, λειψών, γεμάτων ανεπάρκειες ανθρώπων. Το μοναδικό που έχω να κάνω και που τέλος πάντων φαίνεται να έχει μια κάποια πρακτική εφαρμογή, είναι να βάλω ένα σύμβολο ισότητας ανάμεσα στις έννοιες. Ανεπάρκεια=επάρκεια. Διότι εάν ο άνθρωπος απο φύση και απο θέση νιώθει πάντοτε ανεπαρκης, αν κάποια στιγμή ένιωθε επάρκεια, τότε θα ήταν πράγματι ανεπαρκής. (Σας την σπάει η φιλοσοφία; Εμένα με πληγώνει πολύ.) Κατά συνέπεια, η αίσθηση ανεπάρκειας είναι ουσιαστικά απόδειξη της επαρκούς ανθρώπινης υπόστασης μου. Μάλιστα.

Τώρα το μόνο που μένει είναι να αποφασίσω αν θέλω να μείνω ένας επαρκής άνθρωπος, ή αν είναι καλύτερο την επόμενη φορά που μου δοθεί η ευκαιρία, να προσπαθήσω να γεννηθώ ροφός.

1 σχόλιο:

ego είπε...

Τόση σύνδεση με την προηγούμενη ανάρτηση!
Στρωμένος δρόμος.
Πόσο θα ήθελα να σου δείξω-διδάξω τη δική μου διαδρομή, αλλά όχι. Εσύ έχεις τη δική σου. Και έχεις και τα εφόδια που χρειάζεσαι.
Μόνο μια συμβουλή. Να ξεκουράζεσαι που και που.