Τρίτη 10 Νοεμβρίου 2009

Χθες αγόρασα ένα ψαλίδι. Ένα μεγάλο μεταλλικό και κοφτερό ψαλίδι σαν αυτό που είχε παλιά η γιαγιά μου για να κόβει υφάσματα. Το δικό της ήταν λιγάκι σκουριασμένο, απο παιδί το θυμάμαι πολυκαιρισμένο. Το δικό μου τουναντίον. Ένα γυαλιστερό νιάτο. Το δοκίμασα σε χαρτί. Κόβει με ευκολία. Έφτιαξα μια μικρή γιρλάντα απο λευκή κόλα του εκτυπωτή. Δεν είχα τόπο για να την στολίσω όμως ούτε και τίποτα να γιορτάσω. Την τσαλάκωσα λοιπόν και την πέταξα. Το δοκίμασα μετά σε ύφασμα. Κόβει και εκεί δίχως να στομώνει. Έκοψα τα μπατζάκια απο ένα παντελόνι τζίν και το έκανα κοντό σορτσάκι για το καλοκαίρι. Το καλοκαίρι όμως αργεί. Γι αυτό το διπλωσα και το ανέβασα στα πάνω φύλλα της ντουλάπας. Το δοκίμασα τελικά και στα λουλούδια. Εύκολο. Κόντυνα τα κοτσάνια τους εκεί που είχαν αρχίσει να σαπίζουν για να πιουν νερό απ’ την αρχή και να διατηρηθούν περισσότερο καιρό στο βάζο μου. Αλλά μετά σκέφτηκα πως αυτά είναι ήδη νεκρά και η διαδικασία τούτη ανούσια και έτσι τα πέταξα και έριξα το νερό στην λεκάνη της τουαλέτας. Μετά, πάτησα και το κουμπί για το καζανάκι και με πλημμύρισε μια χημική αίσθηση φρεσκάδας. Εντάξει, μπορεί τα χαρτιά, τα καλοκαίρια και τα λουλουδια μου να είναι για πέταμα, μπορεί εγώ να νιώθω αδύναμη και δίχως ελπίδα, αλλά το ψαλίδι μου σίγουρα κόβει.

3 σχόλια:

ego είπε...

Λυπάμαι.

Laurel είπε...

Να μην.
σε έχασα, είσαι καλά;

Unknown είπε...

na kai allos pou lypatai ektos apo mena