Τετάρτη 13 Ιανουαρίου 2010

Μαντίλια, φίλοι μου, μικροβιοσυλλέκτες μου, κινητές μου μολυσματικές μονάδες, που συσσωρεύεστε στο πλάι μου απο χθες.. Αγαπημένοι μου σύντροφοι, συνοδοιπόροι στο γριπιασμένο μονοπάτι που βαδίζω...
Μια κούτα χαρτομάντιλα έχω χρησιμοποιήσει βρε παιδιά, και η καταρροή ακάθεκτη συνεχίζει και δεν λέει να με εγκαταλείψει. Κρίμα και νόμιζα πως θα τον έβγαζα τον χειμώνα χωρίς άλλα τραβήγματα -τώρα που έβαλα και μάλλινο-.
Ας είναι. Εδώ ο κόσμος χάνεται, οι αιώνιοι κόμποι του συμπαντικού σκοινιού λύνονται ένας ένας, οι αθάνατοι πεθαίνουν, το συνάχι θα μας τρομάξει; Πιφ, σιγά.
Λοιπόν, έχω αυτή την καταπληκτική ιδέα για την μεγάλη έξοδο. Λέω αφού τελειοποιήσω τις φανταστρουμφικές μου ικανότητες για εξωσωμάτωση και αστρικά ταξίδια, να προσαρμόσω στο μπρατσο μου ένα ορό με ενδοφλέβιο υπνωτικό που θα με ρίξει σε καταστολή μονίμως ώστε να την κάνω για ταξίδια αλαργινά και ονειρεμένα. Γιατί βαρέθηκα. Πολύ όμως. Και βαρέθηκα να λέω οτι βαρέθηκα. Και βαρέθηκα να προσπαθώ να μην βαριέμαι. Επιπλέον έχω βαρεθεί την επινοημένη μελαγχολία. Αυτή δηλαδή που πρέπει να συνοδεύεται απαραίτητα από τις κατάλληλες καιρικές συνθήκες, την προσεκτικά επιλεγμένη μουσική και φυσικά την ανάλογη μουτρωμένη φάτσα, μαύρα ρούχα και ένα κασκόλ (προσοχή το κασκόλ είναι απαραίτητο). Οι άνθρωποι που πραγματικά δεν είναι καλά, αυτοί που ξέρω με απόλυτη βεβαιότητα οτι δεν είναι καλά, είναι και οι πιο γελαστές φάτσες της μέρας μου. Όχι επειδή είναι δήθεν σπουδαίοι και το παλεύουν με αξιοπρέπεια και άλλα τέτοια. Επειδή ξέρουν ότι αν έχουν μια ελπίδα να την σκαπουλάρουν, αυτή είναι να επιβάλουν το χαμόγελο στην μαυρίλα τους. Αλλά εγώ και αυτό ακόμη βαρέθηκα να το κάνω. Αυτές τις μέρες ομολογώ το προσπάθησα, το πάλεψα πολύ, φόρεσα όλα τα χρώματα της ντουλάπας μου μαζί μέχρι που άρχισα να θυμίζω τροβαδούρο του μεσαίωνα και ζογκλέρ της αυλής των Λουδοβίκων, χοροπήδηξα τριγύρω, κουτρουβάλησα, αλλά, τζίφος. Απόλυτη αποτυχία. Νομίζω πως αισθάνομαι διαφορετικά. Βαρέθηκα να είμαι το γελαστό καραγκιοζάκι με το κορδόνι ανάμεσα στα σκέλια και αρνούμαι να κάνω εκτάσεις κατά τις ορέξεις του κάθε εξυπνάκια που παίζει με το κορδόνι μου. Αυτό που δεν καταφέρνω ακόμη, είναι να κόψω το άτιμο το κορδόνι και να τελειώνουμε άπαξ διαπαντός. Οπότε κρέμεται εκεί ανάμεσα ακόμη και εγώ μία κουνιέμαι όταν το τραβούν, μία κάνω την πάπια. Αυτή την περίοδο ας πούμε θα κάνω την πάπια και θα συχνάζω σε μια λίμνη εδώ κοντά που με ταϊζουν ψωμάκια και περνάω ωραία.
Το θέμα είναι για πόσο;

Δεν υπάρχουν σχόλια: