Τρίτη 26 Ιανουαρίου 2010

Είχαμε συνάντηση στο κεφάλι μου χθες. Κάτι κεριά μου ανάβανε, τα φυσούσα εγώ, έμοιαζε λίγο με γενέθλια γιορτή. Ήταν εκεί όλοι οι φίλοι που με σκεφτόντουσαν και με στεριώνανε στα μανουάλια με ευχές, ήταν και αυτοί που κόλησαν τελικά με άλλες παρέες αλλά έλαβαν την πρόσκληση και περάσαν να πιουν ένα ποτό. Τους χάρηκα, πολύ είχαν αλλάξει, μπράβο τους, μόνο τα ποτά κατανάλωσαν με την ίδια ταχύτητα. Μετά ήρθαν και οι έρωτες. Οι εραστές μου μπήκαν σε σειρά αναλόγως της διάρκειας για να χαιρετηθούμε. Οι μακράς λήξης ήταν μπροστά μπροστά καμαρωτοί και κουβεντιάζανε χαμηλόφωνα τις λεπτομέρειες. Τρία χρόνια και έξι μήνες απο δω, τρία χρόνια και τέσσερις απο εκεί, συνεννοήθηκαν. Δεν τα χάνεις αυτά. Τα είπαμε σε κλίμα γλυκό σφίξαμε τα χέρια και κάναμε και αγκαλιές. Στα όπισθεν της κατάταξης χάβρα. Χέρια τεντώθηκαν, δύο μήνες φώναζαν δύο τρεις και στριμώχτηκαν, οι ένας μήνας χώθηκαν πίσω τους στα γρήγορα και άφησαν στο τέλος τους πλειστηριασμούς των εβδομάδων και τα one night stand να προσπαθούν να υπολογίσουν την διάρκεια της υπόστασής τους πάντα σε συνάρτηση με το αλκοόλ στο αίμα. Εντάξει. Μιλήσαμε και με αυτούς, με όλους τα είπαμε, ε δεν ήταν πια και τόσοι πολλοί, περασμένα ξεχασμένα, να είστε καλά και από δω είναι ο μπουφές, σερβιριστείτε. Φιλάκια. Στο τέλος μόνο ζόρισε η γιορτούλα. Ήρθαν και αυτοί οι χωρίς ταμπέλα. Αυτοί που τους λες μια φίλους, μια παρέα, μια γνωστούς μα πρόκειται για εκείνους που ξέφυγαν-έφυγαν-χάθηκαν πριν να προλάβουν να γίνουν κάτι που το ήθελες πολύ. Αυτοί έρχονται με την εξήγηση τους γραμμένη σε σκονάκι. «Γειά σου δεν ξέρω αν με θυμάσαι είμαι αυτός που ...τότε που δεν... εκείνη την φορά που ενώ, τελικά είχα...» και σύ, λες «ναι, πως δεν θυμάμαι, βέβαια, πωπω, πάει καιρός ε; Και για πες, τί γίνεσαι;» -και απο μέσα σου «ναι πως δεν θυμάμαι είσαι αυτός που εμφανίστηκε σαν κεραυνός που περνάει απο κλειδαρότρυπα, τότε που δεν είχα αλεξικέραυνο, εκείνη την φορά που ενώ εγώ ήθελα-ήθελα-ήθελα ο κεραυνός να μείνει, τελικά έφυγε-έφυγε-έφυγε και μ άφησε καρβουνιασμένη στο καθιστικό ενός μικρού διαμερίσματος να αναρωτιέμαι αν ήταν αυτή η πιο σπουδαία καταιγίδα μου».
Και αυτός ατάραχος πιάνει κουβεντολόι.
-«Ωραίο πάρτυ το σημερινό, μπράβο. Λοιπόν πως πας; Πως είναι η ζωή;»
Τί να σου απαντήσω τώρα αγαπητέ κύριε κεραυνέ μου;
-«Πολύ ωραία. Λιακάδα. Κάλμα»

Δεν υπάρχουν σχόλια: