Σάββατο 30 Ιανουαρίου 2010

Κρατάω μια πλαστική σακούλα διάφανη, έχω βάλει μέσα τα κλειδιά μου και με κοιτούν περίεργα. Τα ρούχα μου δεν ταιριάζουν αναμεταξύ τους και με κοιτούν περίεργα. Τους έχω έκπληξη όμως. Τα μάτια μου είναι ελαττωματικά και τους κοιτώ και εγώ περίεργα με την σειρά μου. Έχω μυωπία και αστιγματισμό. Κανονικά φορώ τους φακούς μου. Σήμερα φοράω τον έναν φακό. Το ξέρω ότι δεν κάνει καλό στα μάτια μου, αλλά δεν πειράζει για μια μέρα. Έχει σημασία. Θα έχω δύο όψεις και δυο κοψιές για όλους σήμερα. Τις περισσότερες φορές όταν δεν φοράω φακούς βρίσκομαι σε θολούρα και μαντεύω τον κόσμο μέσα απ’ την αχλή της στραβωμάρας μου. Πολλές φορές νιώθω ακόμη και όμορφη γιατί δεν φοράω φακούς. Είναι που δεν βλέπω στον καθρέφτη τυχόν προβλήματα. Εθελοτυφλείς θα μου πεις. Ναι, αμέ. Όλη την ώρα. Ειδικά αν είναι από τις πολύ φωτεινές μέρες και δεν αντέχω να μου τρυπήσει τα μάτια ο ήλιος, τότε τα κλείνω και περπατώ εντελώς στα τυφλά. Πάω ψηλαφιστά και έχω μάθει την όραση μου να μην την εμπιστεύομαι. Καταρχήν διότι είναι αποδεδειγμένο με συνταγή γιατρού πως πολύ απέχει απο εκείνη του αετού (μάτι αετίσιο δεν λένε;) και έπειτα διότι τα φαινόμενα απατούν. Διαπίστωση που δεν αποδυναμώνει την διατύπωση πως και τα κρυφά απατούν, αλλά αυτή είναι άλλη ιστορία. Λοιπόν σήμερα, έναν φακό, ένα μάτι στραβό. Δημιουργείται έτσι και μια μικρή ασυνέπεια στο πρόσωπο, το μάτι με τον φακό αποκτά ξαφνικά μεγαλύτερη ίριδα ενώ στο στραβό η κόρη διαστέλλεται. Μυδρίαση νομίζω το λένε. Τέλος πάντων, παρά το ιλαρό του πράγματος εγώ έτσι βγαίνω έξω σήμερα. Μισή-μισή. Θέλω να δω ξανά την γενέθλια πόλη μου πριν φύγω και επιστρέψω στην Αθήνα. Αύριο η επιστροφή. Σήμερα βόλτα στον δημοτικό κήπο γιατί έχει κάτι ωραία κόκκινα φύλα που σε προκαλούν να φτιάξεις ξανά φυτολόγιο και ας έβγαλες το δημοτικό προ πολλού. Τα είχα δει χωρίς φακούς και σκέψου πόσο ποιο κόκκινα θα είναι τώρα για το δεξί μου μάτι που φοράει τα απαραίτητα. Περπατάω στον δρόμο προς τον κήπο και τους κοιτάω όλους με ένα και ένα μάτι. Όμως μόνο τα φύλλα λαχταράω. Α! ε, να, βρήκα ποια είναι η διαφορά. Όσο κοιτάω με το αριστερό, μέσα στην θολούρα και τα φλούο σχήματα, συμπληρώνω μόνη μου τις εικόνες, έτσι που κατά περίπτωση να με βολεύουν. Με τον φακό δεν έχει πολυτέλειες. Αυτός με κοίταξε στραβά, η κυρία Μαίρη μου έγνεψε κάτι σαν χαιρετίσματα στην μαμά, ο Νίκος έκανε νόημα πως θα τηλεφωνήσει και η εικόνα μου στην βιτρίνα επιβεβαιώνει οτι για άλλη μια φορά φόρεσα υπερβολικά πολλά χρώματα πάνω μου. (χρυσός κανόνας της Σοφίας για να δίνω και τα ανάλογα εύσημα «Δάφνη, μέχρι τρία χρώματα μάξιμουμ! –και αυτό δεν σημαίνει τρία χρώματα όποια θες, αλλά τρία χρώματα που να «δένουν». ») Ε και λοιπόν; Μπορώ να χρησιμοποιώ το άλλο μάτι. Αυτό που είναι σαν να έχει μεθύσει και δεν πρόσεξε ούτε τις δημόσιες σχέσεις της Μαίρης, ούτε το νόημα του Νίκου ούτε τα παραπανίσια χρώματα στον αντικατοπτρισμό μου σε βιτρίνες με παπούτσια. Ναι, προτιμώ να βλέπω αυτά που θέλω και όχι αυτά που υπάρχουν.

Εκτός και αν υπάρχουν κόκκινα φύλλα.
;
-----------------------------------------
Υ.Γ.
Παράξενη φάρα. Σκουντουφλάμε ο ένας πάνω στον άλλο στο μετρό, κοιτιόμαστε ενοχλημένοι με μάτια μισόκλειστα πάνω από τον ώμο, φτύνουμε μισή βρισιά και τραβάει καθείς τον δρόμο του. Μετά εκεί που δεν το περιμένεις εμφανιζόμαστε σαν αγγελουδάκια με φωτοστέφανο για να βοηθήσουμε σε κάτι ώρες ανάγκης απίθανες. Μπέρδεμα. Πολύ παράξενη φάρα.

1 σχόλιο:

ego είπε...

Μπέρδεμα? ποιό μπέρδεμα?
Μόνο αγγελουδάκια υπάρχουν, που εμείς δεν τα βλέπουμε όταν φοράμε τους φακούς του νού μας.