Δευτέρα 21 Μαρτίου 2011

Πες μου τώρα πώς το έπαθα αυτό και ήρθε και στοιβάχτηκε μέσα μου τόσο κλάμα; Και πού τον βρήκα τόσο πόνο να φυλάξω, κι όλο παλεύω πια να ανακαλύψω γωνιά για να τον ξεφορτώσω; Εδώ και καιρό ραγίζω στα υφάσματα, αστράφτουν μέσα μου οι βροντές και μαζεύω τα σύννεφα μιας προηγούμενης πλημμύρας. Δεν βγάζω άκρη. Βλέπεις όλο κάτι απομένει μισοτελειωμένο, κάτι που δεν λέγεται, κάτι που δεν θα ειπωθεί ούτε απόψε και εμείς θα μείνουμε πάλι έτσι μισοτελειωμένοι, να κοιτάμε ξαπλωμένοι ανάσκελα στο στρώμα ίσα πέρα το βάθος του ταβανιού. Θα ταν αλλιώς αν κατείχαμε στ’ αλήθεια την γνώση της σύνθεσης. Επειδή, θα το ξέρεις και εσύ, το δύο είναι που κρύβει το νόημα και την έννοια την κρυφή, το δύο πολλαπλασιάζει, ενώ το ένα μας μονάχο και στυφό, δεν πρόκειται ποτέ του το έρμο να φτουρήσει. Μια μέρα όμως λέω πως θα γίνουμε κάτι ολόκληρο. Μόνο που για την ώρα νιώθω ακόμη θάλασσα. Κουνιέμαι πέρα δώθε, έρχονται και μου κλέβουν νερά για αφαλάτωση, με αγαπούν όταν μοιάζω με γυαλί, με αποστρέφονται όταν κυματίζω και φουσκώνω, κ’ ύστερα όλο μου κουβαλιούνται κάτι ξέμπαρκα νερά από ποτάμια και χειμάρους που ζητάνε αγκαλιές και ένωση. Και λέω ναι, τα αγκαλιάζω, κι όσο ενώνομαι γεμίζω ρεύματα και δίνες επικίνδυνες και τους απαντώ με παγερές θερμοκρασίες στα βάθη μου, ώσπου να τα χωνέψω τελικά ετούτα τα ξένα νερά και να τα πνίξω μέσα μου εντελώς. Ύστερα κάθομαι και θαυμάζω από μακριά αυτούς τους άλλους που δεν υπολογίζουνε το άλγος. Που δεν βλέπουν πουθενά μαλλιά λυτά και μπερδεμένα, νύχια μακριά και δόντια, κοπτήρες άγριους ίδιους με λίμες που οι αιχμές τους απειλούν κάθε μαλακή μου υφή. Στο λέω, δεν μπορώ τίποτα ολόκληρο να αρθρώσω σωστά κι αυτή την ανικανότητα μου ακόμα μπορώ να την μαρτυρώ μονάχα τις νύχτες στα σεντόνια. Να κάνω τα λευκά σκεπάσματά μου, το αμετακίνητο σκέπασμά της.

Δεν υπάρχουν σχόλια: