Τετάρτη 21 Ιουλίου 2010

Αν δεν τρομάξεις, αν ψάξεις ξανά και ξανά στα νεύρα των φύλλων και στα σωθικά του φλοιού και αν γδυθείς όλα σου τα πουκάμισα με μιας τότε μπορεί, που ξέρεις, μπορεί.Αν κοιτάξεις και ύστερα πιέσεις με το δάχτυλο εκεί βαθιά, αν αφήσεις την άκρη των ματιών σου να καμφθεί, και αν διαβάζεις το βιβλίο σου κάθε βράδυ -έστω μία σελίδα- τότε μπορεί, πού ξέρεις. Αν φυσάς πάνω από την σκονισμένη διάθεση, αν γεμίζεις χωρίς δισταγμό το στόμα με κομμάτια γυαλί, και αν η χορδή στο τόξο των φρυδιών σου εκτείνεται για να στοχεύσει στα αξεδιάλυτα κάθε φορά που τον συναντάς τότε δεν μπορεί, εσύ σίγουρα θα μπορείς. Να δες και εμένα. Που όλο σπάω και τρέχω πίσω στην κρυψώνα μου, δέκα κορφές πιο μακριά, που όλο φοβάμαι και κυρτώνω τους ώμους. Δες τώρα, έλουσα τα μαλλιά μου, φόρεσα φουστάνι και χαμόγελο, μάζεψα τα χέρια κοντά στο σώμα και άφησα πίσω μου όλο μου το νερό. Τρεις φορές το δοκίμασα ως τώρα, τρεις δίψασα και σταμάτησα στην διαδρομή για να γυρίσω πίσω. Τώρα λοιπόν που με έμαθα κρατάω πια το νερό μου για τον δρόμο. Αφήνω πίσω αίμα.

Εσύ όμως, σίγουρα, σίγουρα, θα το μπορείς.

Δευτέρα 19 Ιουλίου 2010

http://www.youtube.com/watch?v=7D3nnRd50jE&feature=related

Για εσένα γράφω. Πάντα έτσι ήταν κι είναι αλήθεια παράξενο που δεν το καταλαβαίνεις. Ξεφυσάς τον καπνό σου πιο πέρα και ανοίγεις μια τρύπα στο νερό. Και εγώ στην ίδια θέση, με τις ίδιες λέξεις χαζεύω τα απόνερα και τους σχηματισμούς. Ωραία και έτσι, δεν με πειράζει. Ήθελα μικρή να γράφω για αστέρια, σκιές, κρύσταλλα και γιασεμιά. Αλλού όμως αυτά. Καιρός να πιάσω την πέτρα. Ορίστε, να, μου είπαν χθες, πως μου το είπαν να δεις, α ναι, το λάπις λάζουλι είναι λέει η πιο όμορφη πέτρα. Είναι. Όχι μόνο για το χρώμα της. Άκου το όνομα. Στρογγυλό, ένα «μι» πρασινογάλαζο (μην κοπανάς έτσι το «μι», μη!) στο πιάνο μου, μια θαλπωρή, λίγο παιχνίδι. Συλλάβισε. Λα-πις Λά-ζου-λι. Σαν όνομα νεράιδας. Διάφανα φτερά ίσως, ε τι λές; Μπορεί και όνομα λίμνης κρυφής. Λά-πις Λά-ζου-λι. Ωραίο. Να κάτι ωραίο. Σαν το μπαλκόνι μου. Που είναι τόσο δα, στενό και μικρούλι τόσο ώστε εσύ δεν χωράς. Μόνο εγώ καταφέρνω να στριμωχτώ εκεί. Είναι που ξέρω τα κατατόπια μην το πάρεις στραβά. Να, κοίτα. Βγαίνω τώρα αμέσως στο μπαλκόνι μου με μια χούφτα γεμάτη Λα-πις Λά-ζου-λι. Κρατάω μια χούφτα συλλαβές στο στόμα και σου τις τραγουδάω όλες αν το θες.
Δεν έχει φεγγάρι απόψε και δεν θα σου γράψω τίποτα για τον ουρανό. Όμορφη νύχτα.
Μόνο πέτρες φέγγουν

Τρίτη 13 Ιουλίου 2010

Καμιά φορά τα σώματα ξέρουν. Συμβαίνει όταν συναντηθούν και ταιριάξουν, όταν μπορέσουν να αγκαλιαστούν και να ανταλλάξουν την ζέστη τους. Με φιμωμένες τις άλλες φωνές και τις περίσσιες σκέψεις, όταν επιτρέπεται μονάχα στην αφή να οδηγεί την αίσθηση, η εγγύτητα γίνεται φως ολοκάθαρο και λευκό. Πίστεψε το, τα σώματα ξέρουν. Ξέρουν σε ποιά χέρια να αφεθούν, σε ποιά μάτια να βυθιστούν, πώς και πότε να ριγήσουν. Δεν δειλιάζουν. Απορροφούν το χάδι, αναβλύζουν νερά και άρωμα από εκείνο της γένεσης και λίγο-λίγο ανασηκώνονται από την γη και τα κρεβάτια, γδύνονται το δέρμα τους και μετεωρίζονται ντυμένα με την ενέργεια της πρώτης ένωσης.
Καμιά φορά, στο λέω, τα σώματα ξέρουν καλύτερα.

Δευτέρα 12 Ιουλίου 2010

Θέλεις να παίξουμε; Μπορώ να παίξω ότι σου αρέσει. Παίζω πόλεμο, με πέτρες και ξύλα αν θες, παίζω το σπίτι, να το στολίζω και εσύ να το λερώνεις, παίζω κουκλοθέατρο και ας σπας τις κούκλες μου, παίζω αυτοκινητάκια, παίζω σκοινάκι, παίζω στις κούνιες και στις παιδικές χαρές παίζω, παίζω, παίζω. Μόνο τον γιατρό δεν θέλω να παίζω. Γιατί δεν μου αρέσει έτσι όπως με αγγίζεις. Δεν μου αρέσει πολύ και ας μου λες να λέω έτσι.

Ειδικά εκείνη την φορά που έπρεπε λέει να κάνω εγχείρηση και εσύ ετοίμασες εκείνο το κρεβάτι, στρωμένο κάτι παλιά σεντόνια της μαμάς δεν θέλω ούτε να την θυμάμαι. Και όμως όλο αυτό μου έρχεται στον νου. Πως πονάνε οι εγχειρήσεις τότε το έμαθα. Με εσένα από πάνω μου να παίζεις.



Πιο καλά να παίζαμε πόλεμο. Θα σου είχα σπάσει το κεφάλι με μια πέτρα και δεν θα υπήρχε κοντά ούτε δείγμα γιατρού να σε εγχειρήσει.
Γουρούνι.